Τι είναι οι μαθησιακές δυσκολίες;

Τι είναι οι μαθησιακές δυσκολίες;

Τα παιδιά που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζουν ? κατά κύριο λόγο ? δυσχέρειες στη μάθηση και κατά συνέπεια έχουν σχολική υποεπίδοση. Οι μαθησιακές δυσκολίες δε σχετίζονται με την ευφυΐα ή τη γενικότερη νοητική ικανότητα του ατόμου, η οποία, συνήθως, είναι φυσιολογική, αλλά οφείλονται σε «λανθασμένες καλωδιώσεις» του εγκεφάλου (Drummond, 2005). Όπως γίνεται κατανοητό, όταν μιλάμε για μαθησιακές δυσκολίες αναφερόμαστε σε δυσκολίες που έχουν εγγενή αίτια, δηλαδή το άτομο «γεννήθηκε» με αυτές και θα το συνοδεύουν σε όλη του τη ζωή. Κάποιοι μαθητές είναι πιθανότερο να παρουσιάσουν μαθησιακές δυσκολίες αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό ή αν έχουν διαγνωστεί σε αυτό ειδικές γλωσσικές ή ακουστικές διαταραχές.

Τι είναι οι αναγνωστικές δυσκολίες;

Οι αναγνωστικές δυσκολίες, όπως εμφανίζονται στη σχολική τάξη, θυμίζουν ένα δίπολο στη μία άκρη του βρίσκονται οι μαθητές που έχουν διαγνωστεί ότι παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες, ενώ στην άλλη άκρη του συναντάμε εκείνους τους μαθητές ?που είναι και οι περισσότεροι ? οι οποίοι εξαιτίας διάφορων περιβαλλοντικών/ εξωγενών παραγόντων εμφανίζουν δυσκολίες στη μάθηση και, όπως και οι πρώτοι χρειάζονται στοχευμένη ή και εξατομικευμένη βοήθεια.
Αρκετές έρευνες που έχουν γίνει στην Ελλάδα υποστηρίζουν ότι ένα 10- 15% του μαθητικού πληθυσμού αντιμετωπίζει δυσκολίες στη μάθηση, αλλά το 90-95% των μαθητών αυτών μπορούν να τις ξεπεράσουν αν λάβουν την κατάλληλη εκπαίδευση.
Πώς σχετίζονται οι μαθησιακές με τις αναγνωστικές δυσκολίες;
Το μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών που εμφανίζουν μαθησιακές δυσκολίες (πάνω από το 80%) αντιμετωπίζουν, κυρίως, δυσκολίες στην ανάγνωση (κωδικοποίηση, αποκωδικοποίηση, κατανόηση). Πολλές φορές οι αναγνωστικές δυσκολίες σχετίζονται με τον όρο «δυσλεξία».
Η δυσλεξία αναφέρεται στις επίμονες δυσκολίες που αντιμετωπίζει το άτομο κατά τη διαδικασία της εκμάθησης της ανάγνωσης. Η πιο συχνή παρανόηση που ακολουθεί τον όρο
«δυσλεξία» είναι ότι το άτομο βλέπει και γράφει τα γράμματα και τους αριθμούς
αντεστραμμένους αλλά το θέμα δεν είναι απλά μόνο αυτό!
Η δυσλεξία αναφέρεται σε ένα ευρύτερο πεδίο αναγνωστικών δυσκολιών το οποίο σχετίζεται με την ακουστική διαδικασία της γλώσσας η οποία παρεμποδίζει την ακρίβεια και την ευχέρεια στην ανάγνωση, οι οποίες με τη σειρά τους δυσχεραίνουν την κατανόηση του γραπτού λόγου.
Πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν οι αναγνωστικές δυσκολίες;
Γονείς και εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι ενήμεροι για το τι είναι οι μαθησιακές δυσκολίες και να δράσουν από τα πρώτα σχολικά χρόνια, αν υποπτευθούν κάτι ανησυχητικό.
Όταν το παιδί αντιμετωπίζει δυσκολίες στη μάθηση θα πρέπει:

? να οριστεί με σαφήνεια η φύση και η αιτιολογία των δυσκολιών (εγγενείς ή περιβαλλοντικές)

? να ακολουθήσει ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης το οποίο θα στηρίζεται στην εκμάθηση και ανάπτυξη στρατηγικών και δεξιοτήτων
? να «οικοδομήσουμε» τις προσπάθειες μας στις ικανότητες του μαθητή και όχι στις αδυναμίες του.

Αυτό που θα πρέπει πάντα να έχουμε στα υπόψη μας είναι ότι κάθε παιδί μαθαίνει με διαφορετικό τρόπο και ρυθμό κάθε μαθητής αναπτύσσει το μαθησιακό επίπεδό του με διαφορετικό τρόπο και «ξεδιπλώνει» τις ικανότητές του με ξεχωριστό ρυθμό. Όμως , πάντα υπάρχει ένα «μαθησιακό κατώφλι» που θα πρέπει να το ξεπεράσει, π.χ. ένας μαθητής της τρίτης δημοτικού δεν πρέπει να διαβάζει συλλαβιστά, πόσο περισσότερο ένας μαθητής της έκτης δημοτικού. Από αυτό συνάγεται ότι οι μαθησιακές δυσκολίες θα πρέπει να ανιχνευθούν και να αντιμετωπιστούν στα πρώτα σχολικά χρόνια του μαθητή, για να έχουμε περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας.
Η ανάγνωση δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Το παιδί θα πρέπει να «διδαχτεί» πώς θα αποκωδικοποιεί τα γραπτά σύμβολα και πώς θα τα κωδικοποιεί σε φωνούμενο λόγο. Γίνεται, λοιπόν, σαφές, πώς είναι αρκετά δύσκολο να διαγνωστεί με ακρίβεια το είδος τής αναγνωστικής δυσκολίας καθώς και το είδος των στρατηγικών που θα πρέπει να διδαχτούν αλλά και η ιεράρχησή τους.
Ένας μαθητής που αντιμετωπίζει δυσκολίες στη μάθηση απορρυθμίζει τους εκπαιδευτικούς στην επιτυχή επιτέλεση του έργου τους, αλλά και «συντρίβει» συναισθηματικά και τους γονείς και τους δασκάλους του, καθώς πολλές φορές αισθάνονται ανεπαρκείς να τον βοηθήσουν, αφού τη μια μέρα εκτελεί με επιτυχία την εργασία που του ανατέθηκε, η οποία όμως την επόμενη του φαίνεται εξαιρετικά απαιτητική.
Άρα όσο περισσότερα γνωρίζει ο εκπαιδευτικός ή ο γονέας για την ανάγνωση και το συγκεκριμένο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο μαθητής τόσο λιγότερη είναι η ματαίωση που θα αισθάνονται.
Γονείς και εκπαιδευτικοί πρέπει να συνεργάζονται με γνώμονα το συμφέρον του παιδιού, εστιάζοντας στο είδος και τη φύση της αναγνωστικής δυσκολίας, μεγιστοποιώντας τις ικανότητές του μέσα από την αξιοποίηση των δυνατοτήτων του.